Ο Κένταυρος Χείρων ήταν ο πιο σοφός μεταξύ των
Κενταύρων και γνώριζε την τέχνη των ιαματικών βοτάνων, ενώ επιδιδόταν και στο
κυνήγι και τη μουσική. Είχε
θεϊκή καταγωγή, αφού, κατά
μια μυθολογική εκδοχή, ήταν νόθος γιος του Κρόνου,
ο οποίος συνευρέθηκε με την κόρη
του Ωκεανού Φιλύρα. Ο Κρόνος συνελήφθη
επ’ αυτοφώρω από τη σύζυγο του Ρέα και τότε, για να διαφύγει,
μεταμορφώθηκε σε επιβήτορα ίππο και
έφυγε καλπάζοντας, αφήνοντας τη Φιλύρα να γεννήσει το μισό άνθρωπο μισό
άλογο παιδί της, που δεν ήταν άλλο
από τον Κένταυρο Χείρωνα. Η Φιλύρα
η οποία αισθανόταν απέχθεια για το
τέρας που έπρεπε να θηλάζει, παρακάλεσε τους θεούς να την μεταμορφώσουν
σε οτιδήποτε άλλο προκειμένου να γλυτώσει και έτσι έγινε φλαμουριά.
Μεγαλώνοντας ο Κένταυρος Χείρων απέκτησε μεγάλη
φήμη ως ιατρός, επιστήμων και μάντης, αφού με
τα άνθη της φιλύρας (κοινώς φλαμουριάς) θεράπευε ασθενείς, ενώ κόβοντας
σε μικρές λωρίδες τον εσωτερικό της φλοιό τον χρησιμοποιούσε για
να μαντεύει. Φημολογείτο ακόμη ότι
δάσκαλος του Χείρωνα ήταν ο ίδιος ο
Απόλλων. Η φήμη του Κενταύρου Χείρωνα ως ιατρού και μάντη
εξαπλώθηκε σε όλη την Ελλάδα, ενώ το όνομα
του εμφανίζεται σε πολύ πρώιμες θηραϊκές επιγραφές στους βράχους του
νησιού. Σοφός και αγαθός εκ φύσεως, ήταν ανεκτίμητος φίλος των ανθρώπων,
αφού σε αυτόν προσέτρεχαν προκειμένου να θεραπευθούν. Σε
ένα αρχαίο αγγείο παριστάνεται φορώντας έναν μανδύα σκεπασμένο
με άστρα, κρατώντας ένα ξεριζωμένο δένδρο, έχοντας τα θηράματα
του κυνηγιού του στο πλάι του και συνοδευόμενος από τον σκύλο του.
Ο Χείρων ήταν εκείνος που βοήθησε και υπερασπίσθηκε τον Πηλέα και που ανέθρεψε και μόρφωσε ένα πλήθος θεϊκών και ηρωικών προσώπων, όπως τον Αχιλλέα, τον Ιάσονα, τον Ασκληπιό, τον Ηρακλή
και τον Αινεία. Ο Απόλλων ο ίδιος μετέφερε το βρέφος
Ασκληπιό μετά τη θανάτωση
της μητέρας του Κορωνίδας
στον Κένταυρο Χείρωνα, ο οποίος τον ανέθρεψε και του μετέδωσε τις θεραπευτικές του γνώσεις και την τέχνη του κυνηγιού.
Ο Ασκληπιός, μάλιστα, απέκτησε
τέτοια ικανότητα στο να θεραπεύει
ασθενείς, ώστε θεωρείται ο πατέρας
της Ιατρικής. Σύμφωνα πάντοτε με
τον μύθο, ο Δίας του χάρισε την αθανασία. Τη μορφή του Ασκληπιού που
κρατά το θεραπευτικό φίδι ο Ζευς την
τοποθέτησε ανάμεσα στα άστρα, όπως και του δασκάλου του Κενταύρου Χείρωνα. Ωστόσο, παρά τη σοφία που
τον διέκρινε και την οικειότητα του με
τους ανθρώπους, στη συνείδηση των
αρχαίων Ελλήνων ο Κένταυρος Χείρων
παρέμεινε ένας άγριος κυνηγός και
μια σκοτεινή θεϊκή μορφή.
Οι Κένταυροι της Μαγνησίας και
οι Θεσσαλοί της Ιωλκού φαίνεται ότι
ήταν δεμένοι με εξωγαμική συμμαχία:
από εδώ δικαιολογείται και η άποψη
ότι η σύζυγος του Πηλέα ίσως να μην
ήταν η θεά Θέτις, αλλά η κόρη του Κενταύρου Χείρωνα. Όταν η Θέτις εγκατέλειψε τον Πηλέα, εκείνος ανέθεσε
την ανατροφή του γιου τους Αχιλλέα
στον Κένταυρο Χείρωνα, στο Πήλιο. Ο
Χείρων, σύμφωνα με τον μύθο, έτρεφε τον Αχιλλέα με εντόσθια λιονταριών και αγριόκαπρων και με μεδούλι
άρκτων, για να γίνει γενναίος, ή, σύμφωνα με άλλους, με μέλι από κερήθρα
και μεδούλι ελαφιού, για να τρέχει
γρήγορα. Εκείνος τον εισήγαγε στην
τέχνη της ιππασίας, του κυνηγιού,
του αυλού και της ιατρικής. Ο νεαρός
ήρωας ήταν, μάλιστα, τόσο επιδεκτικός σε όσα του δίδασκε ο Κένταυρος,
ώστε σε ηλικία έξι ετών έσυρε τον
πρώτο του αγριόχοιρο στη σπηλιά του
Χείρωνα.
Ο Χείρων, λόγω της θεϊκής καταγωγής του, ήταν αθάνατος, αλλά, όπως προαναφέρθηκε, ο Ηρακλής
στη
μάχη του εναντίον των Κενταύρων,
προκειμένου να υπερασπισθεί τον φίλο του Φόλο, πλήγωσε κατά λάθος με
δηλητηριασμένο βέλος στο πόδι τον γέρο σοφό. Ο ημίθεος λυπήθηκε πάρα
πολύ για τον τραυματισμό του γέροντα φίλου του και προσπάθησε να τον
θεραπεύσει ο ίδιος με φάρμακα τα οποία του υποδείκνυε ο Χείρων. Τα
φάρμακα, όμως, δεν τον ωφέλησαν
καθόλου και, βασανιζόμενος από τους
φρικτούς πόνους που του προκαλούσε το τραύμα, αλλά και κουρασμένος
από την ατελείωτη ζωή του, ο περιφημότερος των Κενταύρων ζήτησε από τον
Δία να τον απαλλάξει από την αθανασία. Κάτι τέτοιο όμως ήταν πολύ
δύσκολο και μόνο μετά από την παρέμβαση του Προμηθέα, ο οποίος δέχθηκε
να ανταλλάξει τη θνητότητα του με την αθανασία του Χείρωνα, ο Ζευς
ενέκρινε τον θάνατο
του Κενταύρου.
ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΜΥΘΟ
Αριστερά: Ο Ηρακλής σκοτώνει τον Νέσσο. Παράσταση από λατινικό κείμενο (Πηγή: Περιοδικό Crypto, τεύχος 1, άρθρο «Κένταυροι, υπήρξαν πραγματικά;», Κωνσταντίνος Τσοπάνης, Δρ. Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκευμάτων, σελίδα 31)
Μέσο: Μάχη με Κένταυρο (Πηγή: Περιοδικό Crypto, τεύχος 1, άρθρο «Κένταυροι, υπήρξαν πραγματικά;», Κωνσταντίνος Τσοπάνης, Δρ. Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκευμάτων, σελίδα 31)
Δεξιά: Παράσταση αρχαίου νομίσματος με Κενταύρους (Πηγή: Περιοδικό Crypto, τεύχος 1, άρθρο «Κένταυροι, υπήρξαν πραγματικά;», Κωνσταντίνος Τσοπάνης, Δρ. Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκευμάτων, σελίδα 31)
Με βάση τη μυθολογία, λοιπόν, οι Κένταυροι συνάγεται
ότι δεν ήταν πολύ φιλικοί με
|τους ανθρώπους και όλα αυτά
τα περιστατικά μέθης και ασελγειών, στα οποία επιδίδονταν, τους είχαν αποδώσει κακή φήμη μεταξύ των γειτόνων
τους, αλλά και των άλλων Ελλήνων. Ωστόσο, ορισμένοι από αυτούς, όπως ο Κένταυρος Χείρων, διακρίνονταν για τη σοφία
τους, ενώ και κάποιοι άλλοι έγιναν
διάσημοι για την αφοσίωση τους
στους ανθρώπους, όπως ο Φόλος.
Ενδιαφέρον, ωστόσο, παρουσιάζει να
μελετηθεί τι μπορεί να κρύβεται πίσω
από αυτές τις ιστορίες, αφού πάντοτε
ο μύθος
υπήρξε ένας τρόπος να ειπωθούν στους ανθρώπους διάφορα πραγματικά
φαινόμενα, τα οποία δεν θα μπορούσαν να κατανοήσουν διαφορετικά. Σε μια
δεύτερη ανάγνωση
του μύθου τους γίνεται φανερό ότι οι
περίφημοι Κένταυροι ήταν ένα ίσως
λιγότερο πολιτισμένο πρωτοελληνικό φύλο, που κατοικούσε στην αρχαία Θεσσαλία. Είναι πιθανόν όμως ορισμένοι από αυτούς, μέλη κάποιου ιδιαίτερου ιερατείου της σεληνιακής λατρείας, να ήταν φορείς μιας εμπειρικής
γνώσης, την οποία μετέδωσαν στους
νέους κατοίκους. Ίσως σ’ αυτό το γεγονός να βρίσκεται και η βάση του μύθου του Κενταύρου Χείρωνα και η ιδιαίτερη, σε σχέση με τους άλλους Κενταύρους, μεταχείριση του από τη μυθολογία.
Οι Κένταυροι ως πρωτοελληνικό
φύλο προέρχονται από την πελασγική
λατρεία, ήταν οπαδοί δηλαδή μιας
πρωτοελληνικής πίστης που λάτρευε
τους Τιτάνες, τους οποίους, σύμφωνα
με τη μυθολογία, ο Δίας κατατρόπωσε
και έριξε στα Τάρταρα. Οι Πελασγοί,
μεταξύ των υπολειμμάτων των οποίων
συγκαταλέγονταν και οι Κένταυροι
της Μαγνησίας, παρά την επικράτηση
των Αχαιών και κατόπιν των Δωριέων
και την επιβολή του ολύμπιου Δωδεκάθεου, δεν εγκατέλειψαν ποτέ τη
λατρεία των Τιτάνων και εξακολουθούσαν να πιστεύουν στον «παράδεισο των δυτικών εσχατιών» και στη
στήριξη του στερεώματος από τον
Άτλαντα. Όπως προαναφέρθηκε, τόσο
οι Λαπίθες όσο και οι Κένταυροι διατείνονταν ότι κατάγονταν από τον
Ιξίονα, έναν προολύμπιο δρυοήρωα
και είχαν κοινή τη λατρεία του αλόγου.
Η λέξη
«Κένταυρος», κατά την κλασική ετυμολογία, σημαίνει αυτόν που κεντρίζει
τους ταύρους, ενώ ο χαρακτηρισμός «Λαπίθης» προέρχεται
από το «λαπίζειν» και σημαίνει αυτόν
που περπατά καμαρωτός. Κατά μια άλλη, λιγότερο πιθανή εκδοχή, αλλά δια
δεδομένη στη Δύση, οι όροι αυτοί
μπορεί να προέρχονται από τις λατινικές λέξεις centuria, που σημαίνει λόχος 100 στρατιωτών και lapicidae, που
σημαίνει λατόμοι. Αυτό όμως φαίνεται
απίθανο, αφού στη μυθολογία και οι
δύο φυλές προϋπάρχουν χρονολογικά
της εμφάνισης των Λατίνων.
Επρόκειτο μάλλον για δύο πρωτόγονες και ορεσίβιες συγγενικές φυλές της βόρειας Ελλάδας, των οποίων
την παλαιά εχθρότητα εκμεταλεύθηκαν οι Αχαιοί και οι Δωριείς. Αφού
συμμάχησαν πρώτα με τους μεν και
μετά με τους δε, κατάφεραν τελικά να
τους νικήσουν ολοσχερώς και να τους απομακρύνουν από τον τόπο τους.
Αυτό ακριβώς υποδηλώνει και ο μύθος
που προαναφέραμε και ο οποίος
περιγράφει ότι οι Λαπίθες με τη βοήθεια του Αθηναίου ήρωα Θησέα
κατανίκησαν τους Κενταύρους και τους εκτόπισαν στα όρη της Πίνδου. Είναι
πάντως απίθανο η μάχη μεταξύ Λαπίθων και Κενταύρων που αναπαριστά
το στο αέτωμα του ναού του Δία στην
Ολυμπία (Παυσανίας Ε 10, 2), στο ιερό
του Θησέα στην Αθήνα (Παυσανίας Α
17, 2) και πάνω στην αιγίδα της Αθηνάς (Παυσανίας Α 28,2) να αναφέρεται
απλώς σε συμπλοκή μεταξύ παραμεθόριων φυλών.
Συνδεδεμένη με τη βασιλική γαμήλια εορτή που προστατευόταν από
τους θεούς και στην οποία παρευρέθηκε και ο Θησέας, η μάχη θα περιγραφόταν ως τελετουργικό γεγονός
με το οποίο θα είχαν στενή σχέση όλοι
οι Έλληνες. Πιθανώς να επρόκειτο για
μια τελετουργία που είχε δημιουργηθεί με βάση και πυρήνα τον μύθο των
Κενταύρων και της κατανίκησης τους
από τα νέα ελληνικά φύλα. Ωστόσο, η
μάχη του Ηρακλή με τους Κενταύρους, όπως και η παρόμοια μάχη του
Θησέα στους γάμους του Πειρίθου,
που προαναφέραμε, ίσως να εντασσόταν σε ένα ευρύτερο τελετουργικό
της σεληνιακής λατρείας και αρχικά
να απεικόνιζε την τελετουργική μάχη
μεταξύ του μόλις ενθρονισμένου βασιλιά και των ζωόμορφων αντιπάλων
του. Τα παραδοσιακά όπλα του ιερού
βασιλιά ήταν τα βέλη. Ως απαρχή της
κυριαρχίας του εκτόξευε από ένα βέλος προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και ένα πέμπτο προς τον ουρανό.
Αριστερά:: Κένταυρος και Θηρία (Πηγή: Περιοδικό Crypto, τεύχος 1, άρθρο «Κένταυροι, υπήρξαν πραγματικά;», Κωνσταντίνος Τσοπάνης, Δρ. Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκευμάτων, σελίδα 34)
Δεξιά: Ο Καινεύς και οι Κένταυροι (Πηγή: Περιοδικό Crypto, τεύχος 1, άρθρο «Κένταυροι, υπήρξαν πραγματικά;», Κωνσταντίνος Τσοπάνης, Δρ. Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Θρησκευμάτων, σελίδα 34)
Δεν είναι απίθανο όμως
να επιζεί σε αυτό τον μύθο και μια ανάμνηση των συνοριακών πολέμων των Αχαιών
και των Δωριέων με τους Πρωτοέλληνες ορεινούς κατοίκους της βόρειας Ελλάδας.
Όσο αφορά τα δηλητηριασμένα
βέλη με τα οποία βρήκαν τον θάνατο αρκετοί Κένταυροι, αυτά αποτελούν συνηθισμένο μοτίβο της μυθολογίας. Με δηλητηριασμένα βέλη
που διάτρησαν το πόδι ή το γόνατο
τους πέθαναν όχι μόνο ο Κένταυρος
Φόλος ή ο Κένταυρος Χείρων, αλλά
και ο Αχιλλέας, ο μαθητής του Χείρωνα. Και οι τρεις ήταν ιεροί βασιλιάδες
της Μαγνησίας.
Με άλλα λόγια οι Κένταυροι πρέπει να ήταν ένα πρωτοελληνικό
φύλο,
το οποίο επιβίωσε για μεγάλο χρονικό
διάστημα ακόμα και μετά την κάθοδο
των Δωριέων. Η μαρτυρία του μύθου
ότι ο Φόλος προτιμούσε το ωμό κρέας, ενώ όλοι οι Κένταυροι ήταν
ασυνήθιστοι στην οινοποσία, δηλώνει σαφώς πως επρόκειτο τουλάχιστον για
ένα λιγότερο πολιτισμένο φύλο από
ό,τι τα νέα ελληνικά φύλα των Αχαιών
και των Δωριέων. Το γεγονός ότι διαβιούσαν στα βουνά του Πηλίου και,
μετά
την ήττα τους από τους Λαπίθες, αναγκάσθηκαν να κατοικήσουν στα ορεινά
μέρη της Πίνδου συνάδει απολύτως με την παραπάνω υπόθεση. Αυτοί
οι ορεσίβιοι κάτοικοι της αρχαίας
Θεσσαλίας φαίνεται πως επιδίδονταν
σε ερωτικά όργια και έτσι απέκτησαν
τη φήμη ότι είχαν ελεύθερες πολυγαμικές σχέσεις ανάμεσα στους μονογαμικούς Έλληνες. Από αυτό το γεγονός πιθανώς να δημιουργήθηκε και ο μύθος
ότι προσπαθούσαν να βιάσουν συχνά νεόνυμφες κατά τη διάρκεια της
γαμήλιας εορτής. Αντιδρώντας η ελληνική νοοτροπία σε τέτοιους είδους
συνήθειες, παρουσιάζει μέσω
του μύθου τον Ηρακλή με τη λεοντή
του να πολεμά και να τιμωρεί τους Κενταύρους σε μια παρόμοια εορταστική περίσταση.
Μέλη αυτής της νεολιθικής φυλής
επέζησαν στα βουνά της Αρκαδίας και
της Πίνδου μέχρι και τους κλασικούς
χρόνους. Από εκεί προέρχεται και ο
μύθος σύμφωνα με τον οποίο δια σκορπίσθηκαν μετά την ήττα τους από τον ημίθεο Ηρακλή σε διάφορα ορεινά μέρη της Ελλάδας. Αργότερα ο
Όμηρος τους αποκαλεί «τριχωτά θηρία», ενώ δεν διαφοροποιούνται από
τους σατύρους
στις πρώιμες ελληνικές αγγειογραφίες. Από όλα αυτά εξάγεται το
συμπέρασμα ότι οι Κένταυροι υπήρξαν αρχέγονοι άνθρωποι τους οποίους
απεικόνιζαν, λόγω της βαρβαρότητας τους, στα πρώιμα έργα τέχνης ως
αιγανθρώπους, όπως και
τους σατύρους.
Οι
νέοι πληθυσμοί που εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο, οι Αχαιοί
πρώτα και οι Δωριείς αργότερα, έφεραν μαζί τους και τη λατρεία του
Δωδεκάθεου, την οποία και επέβαλαν ως
κυρίαρχοι πλέον πληθυσμοί. Χαρακτηριστικό ιστορικό παράδειγμα αυτής της
τακτικής αποτελούν οι νησιώτες Αιολείς, οι οποίοι περί το τέλος της β΄
χιλιετίας π.Χ. έγιναν υποτελείς των Αχαιών και αναγκάσθηκαν να δεχθούν
τη θρησκεία του Ολύμπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου