Περιγραφή της πρωτεύουσας
Όταν ιδρύθηκε η νέα πρωτεύουσα, η Ρώμη είχε αρχίσει νά παρακμάζει καί στη Δύση άλλη
μεγάλη πόλη δεν υπήρχε. Η Καρχηδών, το Μεδιολάνον, η Αλεξάνδρεια καί η Αντιόχεια ακολουθούσαν
από πολύ μεγάλη απόσταση. Ο πληθυσμός της Κωνσταντινουπόλεως ήταν περίπου ένα εκατομμύριο μέχρι
τήν λατινική κατάκτηση. Σύμφωνα μέ τόν Steven Runciman, η βάση του τριγώνου, όπου ήταν χτισμένη,
είχε περίπου 7,5 χιλιόμετρα καί εκεί, σέ διπλή γραμμή, από τόν Μαρμαρά ως τόν Κεράτιο κόλπο,
εκτείνονταν τά χερσαία τείχη, πού είχε χτίσει ο Θεοδόσιος Β΄, μέ τίς έντεκα πύλες τους,
εκ περιτροπής μία στρατιωτική καί μία πολιτική. Από τίς δύο άκρες τους άρχιζαν τά θαλάσσια τείχη,
πού τό καθένα είχε 10 περίπου χιλιόμετρα μήκος, γιά νά συναντηθούν στήν αμβλεία κορυφή του
τριγώνου στό Βόσπορο. Εντός των τειχών υπήρχαν πολυάνθρωποι οικισμοί πού τούς χώριζαν περιβόλια
μέ οπωροφόρα δένδρα καί κήποι. Η Βασιλίς των πόλεων ήταν κτισμένη σέ επτά λόφους, γι΄αυτό
ονομάζοταν καί Επτάλοφος.
Ο ταξιδιώτης πού ερχόταν από τή θάλασσα, καθώς πλησίαζε την Πόλη από τή δύση, έβλεπε στό δεξί του χέρι τούς θόλους καί τίς σκεπασμένες μέ κεραμίδια στοές του Μεγάλου Παλατιού, τήν Αγία Σοφία, νά υψώνεται από πίσω, καί κήπους νά απλώνονται ως κάτω στό Βόσπορο. Στήν παραλία του Μαρμαρά ο πελώριος κυρτός τοίχος πού στήριζε τό νοτίο άκρο του ιπποδρόμου, υψωνόταν πάνω από τό κομψό λιμάνι του παλατιού, ενώ λίγο πιό κάτω βρισκόταν η εκκλησία των Αγίων Σεργίου και Βάκχου. Στά αριστερά τό θαλάσσιο τείχος μέ τούς αραιούς πύργους του, ήταν κατά διαστήματα κομμένο, καί στά σημεία αυτά υπήρχαν τεχνητά λιμάνια. Γύρω από τά λιμάνια αυτά ήταν ένα πλήθος σπίτια πυκνοχτισμένα. Πίσω από αυτές τίς συνοικίες υπήρχε η κοιλάδα του ποταμού Λύκου, στήν οποία υπήρχαν περιβόλια μέ οπωροφόρα δένδρα καί χωράφια ενώ στήν κορυφή τού λόφου δέσποζε η εκκλησία των Αγίων Αποστόλων (η πιό παληά εκκλησία της Πόλης 4ος αι.). Στήν όχθη όπου τό θαλάσσιο τείχος συναντούσε τό χερσαίο υπήρχε η πολυάνθρωπη συνοικία του Στουδίου στήν οποία βρισκόταν καί η ομώνυμη μονή. Έξω από τά τείχη υπήρχαν όμως πυκνοκατοικημένα προάστεια κατά μήκος της ακτής καί σέ μήκος περίπου τριών χιλιομέτρων.
Από τήν πλευρά του Κερατίου κόλπου, εμπρός από τά τείχη, έβλεπε κανείς μία ακτή γεμάτη προβλήτες, αποθήκες καί αποβάθρες, όπου ήταν αγκυροβολημένα τά εμπορικά πλοία, καί λίγο πιό πέρα έβλεπε κανείς σπίτια χτισμένα μέσα στό νερό απάνω σέ πασάλους. Πίσω απ΄ όλ' αυτά πολλές μικρές πύλες οδηγούσαν στίς εμπορικές συνοικίες. Εκεί τό πλήθος των κατοικιών ήταν πολύ μεγαλύτερο. Στή δυτική άκρη του τείχους υπήρχε τό παλάτι των Βλαχερνών τό οποίο μαζί μέ τήν εκκλησία πού βρισκόταν εκεί έδινε ένα τόνο αρχοντιάς σέ όλη τήν περιοχή. Στόν ενδιάμεσο χώρο βρισκόταν τό κέντρο της εμπορικής δραστηριότητας της Πόλης, τά γραφεία των πλοιοκτητών καί των εξαγωγέων καί τά καταστήματα των ξένων εμπόρων.
Η Μέση οδός πού ξεκινούσε από τήν είσοδο του παλατιού ήταν ο κεντρικός δρόμος της πρωτεύουσας καί διέσχιζε τήν πόλη ως τή "Χρυσή πύλη", σέ μία απόσταση τριών χιλιομέτρων, πρός τά ανατολικά. Ηταν δρόμος πλατύς, μέ στοές καί από τίς δύο πλευρές, καί περνούσε μέσα από δύο φόρους ή αγορές - μεγάλες πλατείες στολισμένες μέ αγάλματα - τό φόρο του Κωνσταντίνου καί τόν φόρο του Θεοδοσίου. Στή συνέχεια ο κεντρικός αυτός άξονας διακλαδίζονταν καί η μία διαδρομή ακολουθούσε τήν πορεία πρός τό φόρο του Βοός καί του Αρκαδίου, περνούσε τήν συνοικία του Στουδίου καί κατέληγε στήν Χρυσή πύλη καί τήν πύλη των Πηγών. Ο άλλος άξονας προχωρούσε μπροστά από τήν εκκλησία των Αγίων Αποστόλων καί έφτανε στίς Βλαχερνές καί τή Χαρισία πύλη, ή τήν πύλη του Πολυανδρίου. Στίς στοές της Μέσης ήταν τά πιό σπουδαία μαγαζιά - χρυσοχοεία, αργυροχοεία, μεταξωτών, επιπλοποιεία κλπ.
Η βυζαντινή πολεοδομία όριζε τό πλάτος των δρόμων νά είναι τουλάχιστον 3,60 μέτρα, τά μπαλκόνια νά απέχουν 3 μέτρα από τόν απέναντι τοίχο καί νά βρίσκονται σέ ύψος 4,50 μέτρα. Όλοι οι υπόνομοι έβγαζαν στήν θάλασσα καί απαγορεύοταν η ταφή εντός της Πόλεως, μέ εξαίρεση τούς αυτοκράτορες. Τό Μέγα Παλάτιον καί ο περίβολός του έπιαναν τήν νοτιανατολική γωνία της Πόλεως, δίπλα ήταν τό μέγαρο πού διέμενε ο Πατριάρχης καί φυσικά υπήρχαν διάσπαρτα νοσοκομεία, ορφανοτροφεία, πανδοχεία, βιβλιοθήκες, μοναστήρια, τά κτίρια του Πανεπιστημίου, υδραγωγεία, δεξαμενές, δημόσια λουτρά. (Eίναι τοις πάσι γνωστόν ότι οι Οθωμανοί τά βυζαντινά λουτρά χρησιμοποίησαν καί τά μετονόμασαν σέ χαμάμ). Ένα άγαλμα της Αφροδίτης έδειχνε τήν συνοικία των οίκων ανοχής. Οι δρόμοι καί οι φόροι ήταν πραγματικά μουσεία από τήν πληθώρα των αρχαίων αγαλμάτων καί αρχαίων γλυπτών τά οποία όλα σχεδόν καταστράφηκαν ή λεηλατήθηκαν από τούς Λατίνους. Όπως επίσης καταστράφηκαν ολοσχερώς ή εκλάπησαν τά μάρμαρα, τά ψηφιδωτά, οι τοιχογραφίες καί τά χρυσοϋφαντα παραπετάσματα στό Μέγα Παλάτιον καί στό Παλάτι των Βλαχερνών. Εκεί βρίσκοταν αμύθητοι θησαυροί, κοσμήματα, λάφυρα από τούς αμέτρητους πολέμους μέ τούς Γότθους, Αραβες, Πέρσες, Βούλγαρους, Νορμανδούς, Σλάβους, κλπ. Στίς αυτοκρατορικές αίθουσες υποδοχής βρίσκονταν χρυσά λεοντάρια πού βρυχόνταν καί χρυσά πουλιά πού κελαηδούσαν όταν έκανε τήν εμφάνισή του κάποιος υψηλός απεσταλμένος. Δυστυχώς οι Λατίνοι έγδυσαν τήν Πόλη καί οι Οθωμανοί, διακόσια χρόνια αργότερα τήν εβίασαν.
Τό ίδιο εντυπωσιακή είναι καί η μορφή των ηπειρωτικών τειχών της Κωνσταντινούπολης, όπως αυτά κατασκευάστηκαν στήν εποχή του Θεοδοσίου Β', των οποίων τό μήκος φτάνει τά 7 χιλιόμετρα. Τό κυρίως τείχος ορθώνεται σέ ένα ύψος περίπου εννέα μέτρων, έχει πλάτος περίπου 4,5 μέτρα καί διακόπτεται από 96 οχυρωματικούς πύργους τετράγωνους ή πολυγωνικούς. Η συνολική κατασκευή του τείχους αποτελούταν από πέντε μέρη: Α) η τάφρος, Β) ο περίβολος ή τό εξωπαρατείχιον, Γ) τό έξω τείχος, προτείχισμα, έξω κάστρον, ή μακρόν τείχος, Δ) ο δεύτερος περίβολος καί Ε) τό εσωτερικόν τείχος, μέγα τείχος, τό κάστρον τό μέγα, τό έσω τείχος. Οκτώ, ή έντεκα μεγάλες πύλες οδηγούσαν στήν πόλη από τήν πλευρά της ενδοχώρας. Οι πύλες αυτές ήταν κατά σειρά η Χρυσή πύλη, η πύλη του Ξυλόκερκου, η πύλη της Ζωοδόχου πηγής, η πύλη του καλού Αγρού, ή του Καλαγρού, η πύλη του Πολυανδρίου, η πύλη του Αγίου Ρωμανού, η πύλη του Πέμπτου, η πύλη του Χαρισίου καί η Κερκόπορτα. Από τήν περιοχή των Βλαχερνών ως τήν περιοχή του Ιερού Παλατίου, τό τείχος ήταν απλό καί είχε ύψος περίπου δέκα μέτρων. Οι πόρτες πού υπάρχουν στό τμήμα αυτό του τείχους είναι δεκατέσσερις. Κατά σειρά είναι η Κυλιόμενη πόρτα, η πόρτα της Αναστάσεως, η πόρτα του Κυνηγού, η Βασιλική πόρτα, η πόρτα του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, η πόρτα του Φάρου, η πύλη των Πετριών, η πύλη της Αγίας Θεοδοσίας, η Πόρτα εις Πηγάς, η Πόρτα της Πλατείας, η Πύλη των Δρουγαρίων, η Πόρτα της Φυλακής, η πόρτα του Περάματος, η πύλη της Ικανατίσσης, η πύλη του Νεωρίου, η πόρτα του Ευγενίου. Από τήν περιοχή του παλατιού ως τήν Χρυσή πύλη μεσολαβούν οκτώ χιλιόμετρα παραλιακού τείχους τό οποίο όπως καί στήν περίπτωση του τείχους του Κερατίου κόλπου είναι μονό. Τό ύψος των τειχών προσδιορίζεται ανάμεσα στά δώδεκα καί δεκαπέντε μέτρα. Κατά σειρά αναφέρονται : η πύλη του Αγίου Μπάρμπου ή Αυτοκρατορική πύλη, η Σιδηρά πύλη, η πύλη του Αγίου Λαζάρου, η μικρά πύλη της Οδηγητρίας, η πύλη του Μιχαήλ του Πρωτοβεστιαρίου, πόρτα Λέοντος, τό Κοντοσκάλιον, η πόρτα του Αγίου Αιμηλίου, πόρτα του Ψαμαθά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου