Το ελληνικό Δημόσιο «δειγμάτισε» στο Λονδίνο την ενεργειακή πραμάτεια του, κατεβάζοντας μάλιστα «όλο το εμπόρευμα». Παρουσίασε χθες σε στελέχη πετρελαϊκών εταιρειών τα βασικά αποτελέσματα των υποθαλάσσιων ερευνών - συμπεριλαμβανομένων και των «πολλά υποσχόμενων» θαλασσίων οικοπέδων νοτίως της Κρήτης, τα οποία αναμένονταν αργότερα. Η ελπίδα είναι να ανοίξει η όρεξη των πετρελαϊκών εταιρειών και να συμμετάσχουν στον γύρο αδειοδοτήσεων που είναι προγραμματισμένος να καταλήξει πριν από την εκπνοή του τριμήνου που ξεκίνησε χθες. Η συμμετοχή σε αυτή τη δημοπρασία, όμως, έχει «εισιτήριο»: προκειμένου μια εταιρεία να υποβάλει προσφορά, πρέπει να αγοράσει τα πλήρη στοιχεία της έρευνας για κάθε «οικόπεδο». Τα μέχρι στιγμής δείγματα είναι θετικά. Ο δειγματισμός μάζεψε «καλό κόσμο». Ομως οι πραγματικές προοπτικές του ελληνικού υπεδάφους θα γίνουν καλύτερα αντιληπτές από τον αριθμό, τα χαρακτηριστικά και τις προσφορές των ενδιαφερομένων που θα εμφανιστούν στη δημοπρασία. Τότε θα γίνει σαφές πώς τιμολογούν οι αγορές τα πιθανά ελληνικά κοιτάσματα.
Η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων έχει γνωστά πλεονεκτήματα: είναι από τους λίγους τομείς που θυμίζουν το παλιό μοντέλο των «άμεσων ξένων επενδύσεων». Τα διεθνή κεφάλαια δηλαδή έρχονται και μένουν, καθώς χρηματοδοτούν χειροπιαστές επενδύσεις με μεγάλο κύκλο ζωής, δεν είναι υπ’ατμόν. Επιπλέον οι επενδύσεις στον εντοπισμό και εξόρυξη υδρογονανθράκων αφορούν μεγάλα ποσά. Αυτά ενισχύουν το εθνικό προϊόν (ΑΕΠ), την ανάπτυξη. Τέλος, η επιβεβαίωση ενεργειακών κοιτασμάτων μπορεί να προσφέρει στην Ελλάδα μια θέση (πόσο σημαντική, θα φανεί) στο τραπέζι του ευρωπαϊκού ενεργειακού σχεδιασμού, σε μια κρίσιμη συγκυρία για την ήπειρο: κάθε απόθεμα αποτελεί στρατηγική εφεδρεία σε γεωπολιτικά τελεσίγραφα.
Η προοπτική επενδύσεων σε υδρογονάνθρακες, όμως, έχει και προκλήσεις, απαιτούν χρόνο για να ωριμάσουν. Δεν φέρνουν γρήγορα έσοδα σε πιεσμένες χώρες. Η περιβαλλοντική τους διαχείριση έχει υψηλές απαιτήσεις. Επιπλέον, στην περίπτωση της Ελλάδας, η προοπτική μιας μελλοντικής ροής εσόδων μπορεί να δημιουργήσει τον «ηθικό κίνδυνο» να εγκαταλειφθούν οι υπάρχουσες στη μοίρα τους: μπορεί να αναβάλει θεραπείες για επιτακτικά προβλήματα - όπως τις καθηλωμένες εξαγωγές, το αποπνικτικό φορολογικό καθεστώς, τις μεταρρυθμίσεις σε αγορές που έχουν τα φόντα να δημιουργήσουν μεγαλύτερες υπεραξίες. Η πιθανή μελλοντική εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων δεν πρέπει να αποπροσανατολίσει από μεταρρυθμίσεις σε παραδοσιακούς τομείς της πραγματικής οικονομίας - η οποία δεν λέει να ανακάμψει: Η τελευταία σοδειά δεικτών για την υγεία του ιδιωτικού τομέα στην Ευρωζώνη (δείκτες PMI) απομονώνει δύο περιπτώσεις. Η Ελλάδα και η Γαλλία ήταν οι μόνες οικονομίες όπου ο ιδιωτικός τομέας δεν επιβραδύνεται απλώς, συρρικνώνεται κιόλας. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα της περιφέρειας που συμβαίνει κάτι τέτοιο: «δεν δικαιολογείται» ύστερα από 5 χρόνια αιματηρής συστολής. Ο παραγωγικός ιστός της χώρας δεν έχει ξεπεράσει το σοκ. Δεν έχει περάσει σε νέα εποχή. Ούτε το κράτος. Τα εμπόδια παραμένουν. Η εξαγωγική μηχανή της χώρας «καίει λάδια». Δεν έχει μεταφράσει την επίπονη εσωτερική υποτίμηση σε αυξημένο μερίδιο στο διεθνές εμπόριο· αγωνίζεται για το υπάρχον ήκιστο.
Η ύπαρξη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων αποτελεί σημαντικό bonus για κάθε χώρα που κάθεται πάνω τους. Η ανάπτυξή τους, όμως, δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη συνεισφορά του κορμού της οικονομικής δραστηριότητας. Αν ο ιδιωτικός τομέας δεν πάρει μπροστά, ας μην περιμένουμε από πετρελαϊκούς γίγαντες να πάρουν πάνω τους την ελληνική ανάπτυξη, τη φορολογία. Το ραβδί τους έχει θετική επίδραση κυρίως σε αναπτυγμένα κράτη. Στα άλλα, οι πετρελαϊκές επενδύσεις περνούν και δεν αγγίζουν σχεδόν τίποτα, μόνο παίρνουν. Ο χρόνος για τη μετεξέλιξη της οικονομίας της Ελλάδας εξαντλείται με γρήγορους ρυθμούς. Οι υδρογονάνθρακες; Εκεί θα ’ναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου